– Τί νὰ σοῦ πῶ, ρὲ Μῆτσο, φασκέλωσ’ τὴν αὐτὴ τὴν τέχνη μας… Ἄτιμη τέχνη, ἔχει πολλὰ βάσανα… Ξέρεις τί μαρτύρια ἔχει; Δὲν τὰ φαντάζεσαι, γιατί εἶσ’ ἄγουρος ἀκόμα. Ἂς εἶναι ὅμως, ἔχει καὶ τὶς χάρες της. Πῶς νὰ σοῦ πῶ, δὲ μπορῶ νὰ σοῦ παραστήσω, εἶναι τέχνη μ’ ἐδιοτροπίες, μὲ νεῦρα, μὲ τσακίσματα… Μὰ σὲ κανοποιεῖ… Καταλαβαίνεις μέσα σου πὼς κάνῃς ἕνα πρᾶμα ποὺ δὲ μπορεῖ ἄλλος νὰ τὸ κάμῃ…
Κυκλοφορεί από το περιοδικό ΚαραγκιοζοΛόγιον και τις Εναλλακτικές Εκδόσεις, σε όλα τα βιβλιοπωλεία, η νουβέλλα του Γιάννη Βλαχογιάννη - Της τέχνης τα φαρμάκια.
Τὸ βιβλίο τοῦτο ἐγκαινιάζει μία σειρὰ ἐκδόσεων τοῦ περιοδικοῦ ΚαραγκιοζοΛόγιον γιὰ τὸ θέατρο σκιῶν καὶ τὸν κόσμο του. Ἡ «Βιβλιοθήκη τοῦ καραγκιοζολόγιου» φιλοδοξεῖ νὰ προσφέρει ὅσο γίνεται κείμενα καὶ ὑλικὸ ποὺ νὰ φωτίζουν τὴν ζωή, τὴν τέχνη, τὶς ἐλπίδες καὶ ἀγωνίες τῶν ἀνθρώπων τοῦ θεάτρου σκιῶν ἀλλὰ καὶ εὐρύτερα τὶς μορφὲς τῆς Παραδοσιακῆς Τέχνης, σὲ συνάρτηση μὲ τὶς σημερινὲς καταστάσεις τοῦ Νεώτερου Ἑλληνισμοῦ.
Παράλληλα, τὸ βιβλίο αὐτὸ ἀποτελεῖ καὶ ἕνα ἔντυπο μνημόσυνο ἑνὸς ἀπὸ τοῦς πρωτομάστορες τῆς νεώτερης αὐτοσυνειδησίας μας, ποὺ πάσχισε στὴ ζωή του νὰ μαζέψει καὶ νὰ περισώσει ὅσες σκόρπιες καὶ περιφρονημένες ψηφίδες τῆς ταυτότητάς μας μποροῦσε. Μὲ πολὺ κόπο καὶ πολὺ μεράκι ὁ Γιάννης Βλαχογιάννης ἔδωσε πολύ περισσότερα ἀπὸ ὅσα πῆρε, σημάδι αὐτό ἀτράνταχτο τῆς ἀξίας του.
Ἡ νουβέλλα «Τῆς τέχνης τὰ φαρμάκια», καρπὸς τῆς ἀγάπης τοῦ Βλαχογιάννη γιὰ τὸν λαό μας καὶ τὴν τέχνη του, παρακολουθεῖ τὸν καραγκιοζοπαίχτη «Φούλια» (πρόκειται γιὰ τὸν Γιάννη Ρούλια, ποὺ ἔπαιζε στὴν Ἀθήνα, στὸ γύρισμα τοῦ 20οῦ αἰώνα), τὸν χάρτινο θίασό του καὶ τοὺς μικροὺς βοηθούς του, τὸν Ἀποφώρη, τὸν Βρακάκια καὶ τὸν Τσιμπλή.
Ἡ νουβέλλα γράφτηκε τὸ 1917, ἐκδόθηκε, ὅμως, γιὰ πρώτη φορὰ στὸ περιοδικὸ τῆς Ἑστίας τὸ 1943 (τεύχη 386, 387, 389), λίγα χρόνια πρὶν τὸν θάνατο τοῦ συγγραφέα του.
Τὸ βιβλίο περιλαμβάνει ἐκτενῆ εἰσαγωγὴ τοῦ Κώστα Καμαριάρη γιὰ τὸν Γιάννη Βλαχογιάννη καὶ μιὰ νεκρολογία τοῦ Γιάννη Ρούλια, ποὺ ἔγραψε καὶ δημοσίευσε στὴν ἐφημερίδα Σκρὶπ τὸ 1905 ὁ λογοτέχνης Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Ἡ εἰκονογράφηση ἔγινε ἀπὸ τὸν Νικόλα Δημητριάδη. Τὸ βιβλίο κλείνει μὲ ἕνα συνοπτικὸ γλωσσάρι λέξεων καὶ φράσεων.
* * *
Ο Γιάννης Βλαχογιάννης κατόρθωσε νὰ δεῖ τὸν Νεοέλληνα στὶς πρῶτες του ριζιμιὲς ἀπαρχές. Κατόρθωσε νὰ βρεῖ κάτι ἀπ’ τὸ μυστικό, τὸν ἐσώτερο ρυθμό του. Πιάνει τὸν σφυγμὸ τοῦ Λαοῦ καὶ τοῦ τόπου. Βρίσκει μιὰ γλῶσσα ἁπλὴ καὶ ἀνθρώπινη, βρίσκει ἕναν τρόπο ἀπέριττο νὰ μᾶς παρουσιάσει τὴν τέχνη καὶ τὰ φαρμάκια της. Ἀλλὰ ἐπίσης τὸν καλλιτέχνη καὶ τὰ φάρμακά του. Γιατὶ τὸ θέατρο σκιῶν, ὅπως κάθε θέατρο καὶ ὅπως κάθε τέχνη, εἶναι καὶ «Ἰατρεῖον τῶν ψυχῶν»…
Κυκλοφορεί από το περιοδικό ΚαραγκιοζοΛόγιον και τις Εναλλακτικές Εκδόσεις, σε όλα τα βιβλιοπωλεία, η νουβέλλα του Γιάννη Βλαχογιάννη - Της τέχνης τα φαρμάκια.
Τὸ βιβλίο τοῦτο ἐγκαινιάζει μία σειρὰ ἐκδόσεων τοῦ περιοδικοῦ ΚαραγκιοζοΛόγιον γιὰ τὸ θέατρο σκιῶν καὶ τὸν κόσμο του. Ἡ «Βιβλιοθήκη τοῦ καραγκιοζολόγιου» φιλοδοξεῖ νὰ προσφέρει ὅσο γίνεται κείμενα καὶ ὑλικὸ ποὺ νὰ φωτίζουν τὴν ζωή, τὴν τέχνη, τὶς ἐλπίδες καὶ ἀγωνίες τῶν ἀνθρώπων τοῦ θεάτρου σκιῶν ἀλλὰ καὶ εὐρύτερα τὶς μορφὲς τῆς Παραδοσιακῆς Τέχνης, σὲ συνάρτηση μὲ τὶς σημερινὲς καταστάσεις τοῦ Νεώτερου Ἑλληνισμοῦ.
Παράλληλα, τὸ βιβλίο αὐτὸ ἀποτελεῖ καὶ ἕνα ἔντυπο μνημόσυνο ἑνὸς ἀπὸ τοῦς πρωτομάστορες τῆς νεώτερης αὐτοσυνειδησίας μας, ποὺ πάσχισε στὴ ζωή του νὰ μαζέψει καὶ νὰ περισώσει ὅσες σκόρπιες καὶ περιφρονημένες ψηφίδες τῆς ταυτότητάς μας μποροῦσε. Μὲ πολὺ κόπο καὶ πολὺ μεράκι ὁ Γιάννης Βλαχογιάννης ἔδωσε πολύ περισσότερα ἀπὸ ὅσα πῆρε, σημάδι αὐτό ἀτράνταχτο τῆς ἀξίας του.
Ἡ νουβέλλα «Τῆς τέχνης τὰ φαρμάκια», καρπὸς τῆς ἀγάπης τοῦ Βλαχογιάννη γιὰ τὸν λαό μας καὶ τὴν τέχνη του, παρακολουθεῖ τὸν καραγκιοζοπαίχτη «Φούλια» (πρόκειται γιὰ τὸν Γιάννη Ρούλια, ποὺ ἔπαιζε στὴν Ἀθήνα, στὸ γύρισμα τοῦ 20οῦ αἰώνα), τὸν χάρτινο θίασό του καὶ τοὺς μικροὺς βοηθούς του, τὸν Ἀποφώρη, τὸν Βρακάκια καὶ τὸν Τσιμπλή.
Ἡ νουβέλλα γράφτηκε τὸ 1917, ἐκδόθηκε, ὅμως, γιὰ πρώτη φορὰ στὸ περιοδικὸ τῆς Ἑστίας τὸ 1943 (τεύχη 386, 387, 389), λίγα χρόνια πρὶν τὸν θάνατο τοῦ συγγραφέα του.
Τὸ βιβλίο περιλαμβάνει ἐκτενῆ εἰσαγωγὴ τοῦ Κώστα Καμαριάρη γιὰ τὸν Γιάννη Βλαχογιάννη καὶ μιὰ νεκρολογία τοῦ Γιάννη Ρούλια, ποὺ ἔγραψε καὶ δημοσίευσε στὴν ἐφημερίδα Σκρὶπ τὸ 1905 ὁ λογοτέχνης Ζαχαρίας Παπαντωνίου. Ἡ εἰκονογράφηση ἔγινε ἀπὸ τὸν Νικόλα Δημητριάδη. Τὸ βιβλίο κλείνει μὲ ἕνα συνοπτικὸ γλωσσάρι λέξεων καὶ φράσεων.
* * *
Ο Γιάννης Βλαχογιάννης κατόρθωσε νὰ δεῖ τὸν Νεοέλληνα στὶς πρῶτες του ριζιμιὲς ἀπαρχές. Κατόρθωσε νὰ βρεῖ κάτι ἀπ’ τὸ μυστικό, τὸν ἐσώτερο ρυθμό του. Πιάνει τὸν σφυγμὸ τοῦ Λαοῦ καὶ τοῦ τόπου. Βρίσκει μιὰ γλῶσσα ἁπλὴ καὶ ἀνθρώπινη, βρίσκει ἕναν τρόπο ἀπέριττο νὰ μᾶς παρουσιάσει τὴν τέχνη καὶ τὰ φαρμάκια της. Ἀλλὰ ἐπίσης τὸν καλλιτέχνη καὶ τὰ φάρμακά του. Γιατὶ τὸ θέατρο σκιῶν, ὅπως κάθε θέατρο καὶ ὅπως κάθε τέχνη, εἶναι καὶ «Ἰατρεῖον τῶν ψυχῶν»…