Ο Σπύρος Κούζαρος γεννήθηκε στην Αθήνα στο Κολωνάκι, το 1913. Σε ηλικία 10 ετών άρχισε να παρακολουθεί τις παραστάσεις του μεγάλου Καραγκιοζοπαίκτη Ντίνου Θεοδωρόπουλου (του Αμερικάνου), ο οποίος έπαιζε στη Δεξαμενή, στο Κολωνάκι. Εκεί έπαιζε και ο Χαρίλαος Πετρόπουλος, ο Θεσσαλονικεύς. Ο Θεοδωρόπουλος ήταν από την Πάτρα και είχε ωραιότατες φιγούρες από «διάφανη ουσία», υπήρξε ο καλύτερος βοηθός του. Κοντά του το 1933 έμαθε πολλές παραστάσεις, όπως ο «Ο κόκκινος διάβολος», «Η κρεμάλα του Πατριάρχου Γρηγορίου Ε’» κλπ. Όταν έφυγε από κοντά του έπαιξε με τους Παντελή και Τάκη Μελίδη στο Μικρό Ζάππειο, στο θέατρο του Σταμόπουλου, την Κρεμάλα του Πατριάρχου. Την παράσταση αυτή παρακολούθησε και η μεγάλη ηθοποιός Μαρίκα Κοτοπούλη.
Ως Καραγκιοζοπαίχτης ξεκίνησε το 1934 στην Κηφισιά στο θέατρο του Ντάκα μαζί με το μεγάλο Μανώλαρο. Κατόπιν έπαιξε σε πολλές περιφέρειες των Αθηνών και της επαρχίας. Ανάμεσα στις περιοχές που έδωσε παραστάσεις, ξεχωριστή θέση κατέχει η πολύχρονη παρουσία του στο Μενίδι όπου πρωτόπαιξε στο υπόγειο του Κουλουριώτη (Μπύρος) στην Κεντρική Πλατεία του Μενιδίου, από την εποχή της Κατοχής, αλλά και σε κινηματογράφους της περιοχής, έως και το 1968 οπότε και συνταξιοδοτήθηκε.
Διέθετε φυσικό και ζωγραφικό ταλέντο, γι’ αυτό και από μικρός ζωγράφιζε και σκάλιζε πολύ όμορφες φιγούρες. Στην καλλιτεχνική του πορεία, πλήθος συναδέλφων του χρησιμοποιούσε δικές τους φιγούρες, ρεκλάμες και σκηνικά. Ξεχωριστή υπήρξε και η υποκριτική και μιμητική του ικανότητα.
Συνεργάστηκε με το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης, στο οποίο και εκτίθενται αντιπροσωπευτικές του δημιουργίες, όπως και σε άλλα μουσεία και ιδιωτικές συλλογές.
Έγραψε και διασκεύασε πολλές παραστάσεις για το Θέατρο Σκιών, που μέχρι σήμερα παίζονται από πολλούς Καραγκιοζοπαίχτες, όπως «Ο μετανοημένος αρχιληστής», «Ο Οιδίπους Τύραννος», «Το τελώνιο της κολάσεως», «Η Γενοβέβα, και τα «Καντηλάκια του ‘Αδη».
Πέθανε το 1992 σε ηλικία 79 ετών στους Αγίους Αναργύρους, όπου έμενε μετά τον πόλεμο.
Μιλώντας με ηλικιωμένους στην πλατεία θα σου εξιστορισουν με πόση λαχτάρα περίμεναν την μέρα που ο Κούζαρος θα ερχόταν στο Μενίδι να παίξει. Ήταν ένα πραγματικό πολιτιστικό γεγονός γι’ αυτούς τους ανθρώπους που οι συνθήκες δεν τους επέτρεπαν κάτι περισσότερο. Όμως, ο μεγάλος Κούζαρος κατάφερνε κάθε φορά να είναι και διαφορετική από τις άλλες, αντάμειβε και με το παραπάνω την λαχτάρα αυτών των ανθρώπων με το θέαμα που τους έδινε.
Φυσικά εντύπωση προκαλούσαν στους θαμώνες πάντα οι φιγούρες που ο ίδιος ο Κούζαρος είχε δημιουργήσει, κι αυτές τις φιγούρες μας σχολίασαν οι περισσότεροι «Ήταν μαγική εικόνα για εμάς, που δεν είχαμε συνηθίσει να βλέπουμε τηλεόραση, όπως εσείς σήμερα. Τα χρώματα, τα σχήματα σε συνδυασμό με το σενάριο και την φωνή του Κούζαρου, μας μάγευε» ειχε πει ένας παλιός θαυμαστής του Κούζαρου.